Όσο καθαρά και αν βλέπεις κάποια πράγματα, έρχεσαι σε πολύ δύσκολη θέση όταν διαπιστώνεις τελικά ότι δεν βλέπεις την τύφλα σου. Όταν μάλιστα αυτό συμβαίνει σε μία χώρα με επισήμως 1.200.000 ανέργους και μία κοινωνία που τρομοκρατείται συστηματικά μέσω της πιο χυδαίας προπαγάνδας ενώ την ίδια στιγμή βρίσκεται στο έλεος της πολιτικής και οικονομικής κλεπτοκρατίας, τότε αισθάνεσαι ηλίθιος και γραφικός να διαμαρτύρεσαι και η ίδια αυτή κοινωνία να ξύνει επιδεικτικά τα αρχίδια της μπροστά σου.
Είναι τραγικό να διαπιστώνεις πως ούτε οι άνεργοι δεν έχουν διάθεση να κάνουν κάτι για να ξεφύγουν από το χάλι τους. Ούτε λόγος βέβαια για τους εργαζόμενους που βλέπουν το μέλλον τους στην ανεργία αλλά αρκούνται στις προσευχές και στα ευχολόγια για όσα τους περιμένουν. Αυτό είναι κάτι που μόνο οι ψυχίατροι μπορούν να το εξηγήσουν. Όταν βλέπεις μια χιονοστιβάδα να έρχεται κατά πάνω σου κάνεις ό,τι μπορείς για να την αποφύγεις και να γλυτώσεις - δεν παίρνεις καλύτερη θέση για να σε πετύχει, ούτε προσεύχεσαι πίνοντας καφέ, να μη σε παρασύρει.
Έχουν γραφτεί πάρα πολλά για την κατάσταση που βιώνουμε και κυρίως για την αφασία στην οποία βρίσκεται η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων. Δε θέλω να το παίξω επαναστάτης, αγωνιστής και αντιστασιακός. Έχω δουλειά (ακόμα), πληρώνομαι, και μάλιστα αρκετά καλύτερα από πολλούς που επέλεξαν να κάτσουν στο σπιτάκι τους και δεν αντιμετωπίζω -ακόμα- κανένα σοβαρό οικονομικό πρόβλημα. Δεν κολλάω ένσημα επαναστάτη. Είμαι ένας απλός πολίτης αυτής της χώρας και διαμαρτύρομαι. Υπήρχε μία εποχή που πήγαινα σε όλες τις πορείες του Πολυτεχνείου στο λύκειο και λίγο αργότερα, μεταξύ ιστορικής μνήμης και χαβαλέ, αργότερα πιο συνειδητοποιημένα, πήγα στις πορείες για την εισβολή στο Ιράκ, για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, ακόμα και με τους αναρχικούς τον Φλεβάρη. Είναι ωραία στις πορείες. Βέβαια, αν έχεις συνηθίσει να ζεις μόνος σου, να μη λες καλημέρα στον γείτονα και να μετράς τα λεφτουδάκια σου, νιώθεις λίγο μαλάκας όταν πηγαίνεις σε πορείες. Γιατί στις πορείες όλοι είναι χαρούμενοι και μιλούν μεταξύ τους - δεν έχουν πολλά να χάσουν, ούτε λεφτά να μετρήσουν.
Τώρα διαπιστώνω ότι όσοι πήγαν στα συλλαλητήρια των πλατειών δεν πήγαν για να διεκδικήσουν κάτι. Γι αυτό ήταν και τόσοι πολλοί. Η δεκαετία της ευδαιμονίας του ευρώ, μας έμαθε να κάνουμε κάτι, αν ξέραμε ότι θα περάσουμε καλά. Οι μούτζες ήταν ωραίες και ακίνδυνες. Ξεκαβλώσαμε αλλά όταν άρχισαν να πέφτουν τα πρώτα δακρυγόνα οι πολλοί πήγαν στο σπίτι τους και δεν ξαναβγήκαν.
Το χθεσινό πανεργατικό συλλαλητήριο διέφερε πολύ από τις συγκεντρώσεις των πλατειών και έμοιαζε περισσότερο με τη 48ωρη περσινή κινητοποίηση για το μεσοπρόθεσμο. Δεν υπήρχε καμία αγωνία στα μάτια του κόσμου. Όσοι αγωνίζονται δεν έχουν αγωνία. Αγωνίζονται. Είναι όπως στον αθλητισμό. Έχεις αγωνία πριν από τον αγώνα. Όταν μπαίνεις μέσα να παίξεις όλα τελειώνουν. Αγωνία έχουν αυτοί που κάθονται σπίτι τους. Αυτοί που κάθονται σπίτι τους, καταβροχθίζουν την τρομοκρατία των δελτίων ειδήσεων και μετά για να μετριάσουν την αγωνία τους «κάνουν θετικές σκέψεις», ελπίζουν ότι «θα αλλάξουν τα πράγματα».
Χθες, ανεβήκαμε με ένα μπλοκ (δεν έχει καμία σημασία ποιο) από τη Σταδίου στην Πλατεία Συντάγματος και καθήσαμε για κανένα τέτάρτο. Λίγος ο κόσμος, κοιτάζαμε ανέκφραστοι τα μεγάλα κενά στο δρόμο ώσπου κάποια στιγμή μας ενημερώνουν ότι φτάνει η κύρια πορεία. Μετακινούμαστε προς την Αμαλίας για να πάρουν τη θέση μας τα μπλοκ των συνδικάτων. Η πλατεία δεν γέμισε ποτέ. Φυσικά η απογοήτευση και η οργή ήταν διάχυτες. Αναρωτιόσουν για χιλιοστή φορά πού είναι οι εκατοντάδες χιλιάδες που χάνουν τις δουλειές τους, που στερούνται βασικά αγαθά για να πληρώνουν φόρους.
Όσο περνούν οι ώρες όμως, σκέφτεσαι ότι δεν έχει κανένα νόημα να εξοργίζεσαι. Ο καθένας είναι ελεύθερος να επιλέγει τη στάση του απέναντι στα πράγματα. Ίσως τελικά να είναι και πιο σωστό να κάθεσαι σπίτι σου ή να πηγαίνεις για καφέ από το να στέκεσαι μέσα στο λιοπύρι ή το κρύο και να τρως ξύλο και δακρυγόνα. Δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Συνεχίστε λοιπόν να ζείτε σαν δούλοι. Ίσως κάποτε να σας λυπηθούν και να σας απελευθερώσουν, που ξέρεις.
(Η φωτογραφία είναι από τις χθεσινές «εκκαθαρίσεις» μέσα στην Πλατεία και είναι δημοσιευμένη σε Γαλλικό μέσο. Φαντάσου τι μπορούν να κάνουν αύριο τα παιδιά αυτού του μπάτσου στα δικά σου παιδιά)
ΥΓ. Όταν τα δελτία ειδήσεων αναφέρονται με εγκωμιαστικά σχόλια στις λαϊκές κινητοποιήσεις, είναι βέβαιο ότι δεν έχουμε καταφέρει τίποτα. Χθες για πολλοστή φορά, (γύρω στις 2 το μεσημέρι) τα ΜΑΤ, χωρίς να προκληθούν από κανέναν, φόρεσαν τις μάσκες τους και περίπου δέκα λεπτά μετά, έπεσαν οι πρωτες μολότοφ. Φυσικά, τα χημικά άρχισαν να πέφτουν μέσα στον κόσμο και η διαδήλωση έσπασε στα δύο - πάνω και κάτω πλατεία. Είναι φανερό ότι οι μπάτσοι είχαν εντολή να διαλύσουν το συλλαλητήριο. Γι' αυτό και το βράδυ τα χουντοκάναλα χάιδευαν τους διαδηλωτές και έκαναν μια αναφορά στα «περιορισμένης έκτασης επεισόδια». Φυσικά τα επεισόδια ήταν μεγάλης έκτασης, όπως συμβαίνει πάντα. Το κομμάτι του κόσμου στο οποίο βρέθηκα εγώ, απωθήθηκε με δακρυγόνα μέχρι τη συμβολή της Συγγρού με τη Βούρβαχη. Λίγο ακόμα και θα φτάναμε στο Φάληρο. Η εικόνα 5-6 διμοιριών ΜΑΤ να κατεβαίνουν την Αμαλίας μπροστά από τους στήλους του Ολυμπίου Διός θύμιζε κυριολεκτικά στρατό κατοχής που πάει να καταλάβει ύψωμα. Όνειρο μιλάμε. Η καταστολή έχει περάσει σε άλλο επίπεδο.
ΥΓ2. Ήμουν μπροστά στο δέντρο που κάηκε και το φωτογράφησα την ώρα που άρχισε η φωτιά. Φευγαμε βιαστικά προς την Αμαλίας πνιγμένοι από τα δακρυγόνα ενώ τα ΜΑΤ που έρχονταν προς το μέρος μας συνέχιζαν να πετούν - τα γνωστά στρογγυλά- και κάποια άλλα κυλινδρικά που έβγαζαν σπίθες με πορτοκαλί καπνό. Κανένας από εμάς δεν είχε μολότοφ ή καπνογόνα ή οτιδήποτε. Μόνο κάποιοι πιτσιρικάδες πετούσαν πέτρες και μπουκάλια. Ξαφνικά κάποιος δίπλα μου φωνάζει «ωχ» κοιτάζοντας προς τα πάνω. Κανείς δεν κατάλαβε πως πήρε φωτιά μόνο η κορυφή του δέντρου και από ποιον. Όταν μάλιστα ο χώρος του Εθνικού Κήπου φυλασόταν με αστυνομικούς από νωρίς.
Το Mega πάντως και όσα Μέσα είδα και διάβασα, έβγαλαν συμπέρασμα ότι το δέντρο κάηκε «από βόμβες των αντιεξουσιαστών». Θα τους το είπε μάλλον ο «αυτόπτης» Τσίμας που είπε ότι νωρίτερα βρισκόταν στη Βουκουρεστίου. Κανείς δεν τον είδε.